Μια φορά κι έναν καιρό, τέσσερις φίλοι ξεκίνησαν πρωί-πρωί για μια βόλτα στο δάσος. Ο καιρός ήταν υπέροχος και το δάσος καταπράσινο και μαγευτικό. Έτσι , χωρίς να το καταλάβουν, η ώρα πέρασε και έφτασε το μεσημέρι.
Πεινούσαν πολύ, όμως κανείς τους δεν είχε πάρει μαζί του φαγητό. Ξάφνου μπροστά τους βλέπουν μια πελώρια μηλιά με λαχταριστά κατακόκκινα μήλα.
Μα πώς να τα φτάσουν;
Τότε, το πρώτο παιδάκι που λεγόταν Ντορέ είπε: -Μην ανησυχείτε, θα σκαρφαλώσω εγώ, θα κόβω τα μήλα και θα σας τα ρίχνω κάτω. Πράγματι, ο Ντορέ σκαρφάλωσε με ευκολία στο δέντρο.
Τα υπόλοιπα παιδιά περίμεναν χαρούμενα το πρώτο μήλο. Μόλις το έκοψε ο Ντορέ κι ενώ ήταν έτοιμος να τους το ρίξει, παρατήρησε ότι ήταν ολοστρόγγυλο και γυαλιστερό και η αλήθεια είναι ότι πεινούσε πολύ. Έτσι, χωρίς δεύτερη σκέψη το έκανε μια χαψιά κι έριξε κάτω τα κουκούτσια!!!
Το ίδιο έγινε και με το δεύτερο και το τρίτο… Ο Ντορέ είχε ξεχάσει τους φίλους του κι έτρωγε ασταμάτητα τα μήλα. Τότε οι φίλοι του του φώναξαν : Ντορέ, μη φας όλα συ!