Book Creator

ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ ΕΛΙΑΣ ΛΕΣΒΙΑΚΗ ΝΤΟΠΙΟΛΑΛΙΑ

by Vasileia Vrikelli

Pages 8 and 9 of 33

Loading...
Loading...
Λ
Loading...
λαβάλ: ειδικό φυγοκεντρικό μηχάνημα για το διαχωρισμό του λαδιού από το νερό. Πήρε το όνομά του από το όνομα του εφευρέτη του, Γκουστάφ ντε Λαβάλ

λαγήνι: μεταλλικό δοχείο για τη μεταφορά του λαδιού, χωρητικότητας 6,45 οκάδων (= 8,26 κιλά)

λαδίζου: έχω μεγάλη παραγωγή λαδιού

λαδόξ(ι)νου: λάδι και ξύδι

λαδολιά: ποικιλία ελαιόδεντρου

λαδουπιρυχ(υ)μένους: περιχυμένος με λάδι

λάντζες: δεξαμενές «ηρεμίας» για το διαχωρισμό του λαδιού από το νερό

λιόσκουρδα: ελιές και σκόρδα

λιοζούμ(ι): ζωμός λαδιού

λιουκούκ(ου)τσου: κουκούτσι ελιάς

λουσέρνα: λύχνος ελαίου