Β
βόλια: οι μυλόπετρες
Γ
γαβάτες: μεταλλικοί δίσκοι, τους οποίους μετέφερε ο γαβατατζής στα τραπέζια που βρίσκονταν μπροστά στα πιεστήρια
γκαϊντερμάς ή κασντραμάς: μεταλλικό πιάτο
γλυτώματα ή γλυτωθίκια: εορτασμοί που σηματοδοτούσαν το τέλος της συλλογής των ελιών
γουμάρ(ι): φορτίο σε ζώο, αντιστοιχεί σε δυο σακιά ελιές
γκαϊντερμάς ή κασντραμάς: μεταλλικό πιάτο
γλυτώματα ή γλυτωθίκια: εορτασμοί που σηματοδοτούσαν το τέλος της συλλογής των ελιών
γουμάρ(ι): φορτίο σε ζώο, αντιστοιχεί σε δυο σακιά ελιές
Δ
δαφνάδα: παραγωγή λαδιού από άγουρες ελιές
δέμπλες ή (ν)τέμπλες: ξύλινες βέργες από καστανιά για τη συγκομιδή
δέτης: εργάτης που γέμιζε με χαμούρι τα τσουπιά
δέμπλες ή (ν)τέμπλες: ξύλινες βέργες από καστανιά για τη συγκομιδή
δέτης: εργάτης που γέμιζε με χαμούρι τα τσουπιά
![](https://assets.api.bookcreator.com/yWEUFyhuYiR3waqKCcebwJgUhLS2/books/q9wXB7oRTFyhcnh53f-PxA/assets/r3MFjRh-TQ-WQC5n0AVxfw.jpeg?width=433&height=322)
Ε
εξυδάτωση: μικρός κρουνός, από τον οποίο στράγγιζε το νερό που μαζευόταν στο κάτω μέρος της λάντζας
Θ
θερμαστής: ο εργάτης που χειριζόταν τον ατμολέβητα
θέρμισμα: η περίχυση των τσουπιών στην πρέσα με καυτό νερό
θρούμπα: ελιά που ωριμάζει πάνω στο δέντρο
θέρμισμα: η περίχυση των τσουπιών στην πρέσα με καυτό νερό
θρούμπα: ελιά που ωριμάζει πάνω στο δέντρο
![](https://assets.api.bookcreator.com/yWEUFyhuYiR3waqKCcebwJgUhLS2/books/q9wXB7oRTFyhcnh53f-PxA/assets/STObT6H_SA-5Dyma8CgFrg.jpeg?width=480&height=263)
Κ
καζάνι: ο ατμολέβητας
καθρέφτης: η στρογγυλή πρόσοψη του ατμολέβητα
καλαθάς: αυτός που αδειάζει τα καλάθια με τις ελιές
κανταρτζής: μετρούσε και κατέγραφε την ποσότητα ελαιόκαρπου που επρόκειτο να αλεστεί
καπυράδα: ψημένο ψωμί, περιχυμένο με φρέσκο ελαιόλαδο, σύνηθες κολατσιό των εργατών και των πελατών του ελαιοτριβείου
καθρέφτης: η στρογγυλή πρόσοψη του ατμολέβητα
καλαθάς: αυτός που αδειάζει τα καλάθια με τις ελιές
κανταρτζής: μετρούσε και κατέγραφε την ποσότητα ελαιόκαρπου που επρόκειτο να αλεστεί
καπυράδα: ψημένο ψωμί, περιχυμένο με φρέσκο ελαιόλαδο, σύνηθες κολατσιό των εργατών και των πελατών του ελαιοτριβείου
καρσινός: ο βοηθός του μάστορα του πιεστηρίου
καφαλτί: κολατσιό των εργατών στα κτήματα
κιαγιάς: επιστάτης στο μάζεμα των ελιών
κισίμι: ετήσια μίσθωση του κτήματος με οικονομικό αντάλλαγμα
κισιμιτζής: αυτός που ενοικιάζει κτήματα (κισίμια) για εκμετάλλευση
κισίρα: χρόνος αφορίας, ιδιαίτερα για την ελαιοπαραγωγή
κιούπι: πιθάρι
κολοβή: ποικιλία ελαιόδεντρου
κότσ(ι)νας: πυκνόφυλλη αγριελιά χτυπημένη από τον αέρα που χρησιμοποιείται για αμπασιές
κούκουρα: οι πρώτες ελιές που πέφτουν από τα δέντρα γύρω στον Σεπτέμβριο
κουντρούμπ(ι): πήλινο δοχείο για τη φύλαξη ελιών ή λαδοτυριού
κουρούκι: πρώτο μάζεμα ελιών
κρεβατές: μικροί ξύλινοι αργαλειοί για την ύφανση τσουπιών
καφαλτί: κολατσιό των εργατών στα κτήματα
κιαγιάς: επιστάτης στο μάζεμα των ελιών
κισίμι: ετήσια μίσθωση του κτήματος με οικονομικό αντάλλαγμα
κισιμιτζής: αυτός που ενοικιάζει κτήματα (κισίμια) για εκμετάλλευση
κισίρα: χρόνος αφορίας, ιδιαίτερα για την ελαιοπαραγωγή
κιούπι: πιθάρι
κολοβή: ποικιλία ελαιόδεντρου
κότσ(ι)νας: πυκνόφυλλη αγριελιά χτυπημένη από τον αέρα που χρησιμοποιείται για αμπασιές
κούκουρα: οι πρώτες ελιές που πέφτουν από τα δέντρα γύρω στον Σεπτέμβριο
κουντρούμπ(ι): πήλινο δοχείο για τη φύλαξη ελιών ή λαδοτυριού
κουρούκι: πρώτο μάζεμα ελιών
κρεβατές: μικροί ξύλινοι αργαλειοί για την ύφανση τσουπιών
Loading...
![](https://assets.api.bookcreator.com/yWEUFyhuYiR3waqKCcebwJgUhLS2/books/q9wXB7oRTFyhcnh53f-PxA/assets/_bjpI7lIQduxEUKetbHsFA.jpeg?width=416&height=580)
Loading...
ΛLoading...
λαβάλ: ειδικό φυγοκεντρικό μηχάνημα για το διαχωρισμό του λαδιού από το νερό. Πήρε το όνομά του από το όνομα του εφευρέτη του, Γκουστάφ ντε Λαβάλλαγήνι: μεταλλικό δοχείο για τη μεταφορά του λαδιού, χωρητικότητας 6,45 οκάδων (= 8,26 κιλά)
λαδίζου: έχω μεγάλη παραγωγή λαδιού
λαδόξ(ι)νου: λάδι και ξύδι
λαδολιά: ποικιλία ελαιόδεντρου
λαδουπιρυχ(υ)μένους: περιχυμένος με λάδι
λάντζες: δεξαμενές «ηρεμίας» για το διαχωρισμό του λαδιού από το νερό
λιόσκουρδα: ελιές και σκόρδα
λιοζούμ(ι): ζωμός λαδιού
λιουκούκ(ου)τσου: κουκούτσι ελιάς
λουσέρνα: λύχνος ελαίου
![](https://assets.api.bookcreator.com/yWEUFyhuYiR3waqKCcebwJgUhLS2/books/q9wXB7oRTFyhcnh53f-PxA/assets/wrIQkdW3S1ud4eBvVQEdSg.jpeg?width=480&height=268)
Μ
μαζεύτριγια: γυναίκα που μαζεύει ελιές
μαζώχτρες: γυναίκες που μαζεύουν τις ελιές
μανέλα: ξύλινο εργαλείο για την ευθυγράμμιση των τσουπιών κατά το στοίβαγμά τους στο πιεστήριο
μαξούλι: η σοδειά
μαξουλοχρουνιά: χρονιά με καλή εσοδεία ελαιοκάρπου
μάστορας: ο χειριστής του πιεστηρίου
μαστραπάς: δοχείο για τη μεταφορά και έκχυση νερού ή λαδιού
μαζώχτρες: γυναίκες που μαζεύουν τις ελιές
μανέλα: ξύλινο εργαλείο για την ευθυγράμμιση των τσουπιών κατά το στοίβαγμά τους στο πιεστήριο
μαξούλι: η σοδειά
μαξουλοχρουνιά: χρονιά με καλή εσοδεία ελαιοκάρπου
μάστορας: ο χειριστής του πιεστηρίου
μαστραπάς: δοχείο για τη μεταφορά και έκχυση νερού ή λαδιού
μηχανή: ελαιοτριβείο
μόδ(ι): μέτρο μέτρησης ελαιοκάρπου, αντιστοιχεί σε 640 κιλά ελιές
μούργα: κατακάθι ελιάς
μπαγίρ: πλαγιά λόφου με βλάστηση, συνήθως με ελιές, κατηφορικό μέρος κτήματος σε βουνό
μπάνουλες: πανιά που στρώνονται γύρω από τα ελαιόδεντρα για τη συλλογή του καρπού
μπασάκ(ι): συλλογή των εναπομεινασών ελιών
μπασακλαντίζου: μαζεύω τις ελιές που έχουν απομείνει κάτω από το δέντρο
μπασκιά: πιεστήρια
μπασκιτζής: ο εργάτης που δούλευε στο πιεστήριο
μπατή: ο χώρος όπου αποθηκεύονταν οι ελιές μέχρι να αλεστούν
μπουλιορίδες: μεταλλικά δοχεία λαδιού
μπουρού: σειρήνα ελαιοτριβείου
μύτη: ειδικός στην εκτίμηση της οξύτητας του ελαιολάδου, βάσει του αρώματος και της γεύσης του
![](https://assets.api.bookcreator.com/yWEUFyhuYiR3waqKCcebwJgUhLS2/books/q9wXB7oRTFyhcnh53f-PxA/assets/kaPjZY24Qg687O6ZycPHkw.jpeg?width=439&height=311)
Ν
νιρουλιά: είδος ελιάς συντηρημένης σε νερό
ντικμέδες: μπολιασμένες ελιές
ντικμελίκια: τα κτήματα
ντικμέδες: μπολιασμένες ελιές
ντικμελίκια: τα κτήματα
Ξ
ξιχαλακώνου: ανοίγω αυλάκι γύρω από την ελιά
Π
πέτρα: ο ελαιόμυλος
πετράς: ο εργάτης που χειριζόταν τις μυλόπετρες
πετρατζής: επέβλεπε τη λειτουργία του μύλου
πισούρα: μεγάλο πέσιμο ελιών
πιάτο: η λεκάνη (κάτω τμήμα) του πιεστηρίου
πλάκα: το κεφαλάρι (άνω τμήμα) του πιεστηρίου
πολύμ(ν)ια: μεταλλικές δεξαμενές μπροστά από τη βάση των πιεστηρίων
πυρήνα: υποπροϊόν της συμπίεσης (πρώτη ύλη του πυρηνελαιουργείου), το οποίο, μετά από κατεργασία, παράγει πυρηνέλαιο, μπρούτο και πυρηνόξυλο (ξηρή πυρήνα)
πετράς: ο εργάτης που χειριζόταν τις μυλόπετρες
πετρατζής: επέβλεπε τη λειτουργία του μύλου
πισούρα: μεγάλο πέσιμο ελιών
πιάτο: η λεκάνη (κάτω τμήμα) του πιεστηρίου
πλάκα: το κεφαλάρι (άνω τμήμα) του πιεστηρίου
πολύμ(ν)ια: μεταλλικές δεξαμενές μπροστά από τη βάση των πιεστηρίων
πυρήνα: υποπροϊόν της συμπίεσης (πρώτη ύλη του πυρηνελαιουργείου), το οποίο, μετά από κατεργασία, παράγει πυρηνέλαιο, μπρούτο και πυρηνόξυλο (ξηρή πυρήνα)
Ρ
ραβδιστής: αυτός που χτυπάει τις ελιές με ραβδί για τη συγκομιδή του καρπού
ροπάδες: βρώσιμες ελιές
ροπάδες: βρώσιμες ελιές
Σ
σαλβάρ(ι): είδος γυναικείας βράκας, παραδοσιακή ενδυμασία της Λέσβου
σαμπουλχανάς: σαπωνοποιείο
σαντζάκ(ι): άκρη χωραφιού, δύσκολη στο μάζεμα της ελιάς
σαπουντζίδ(ι)κου: μαγαζί παραγωγής και πώλησης σαπουνιών
σέτ(ι): ξερολιθιά
σιγιρέδ(ι)κου: κυρίως για χωράφι με λίγη σοδειά ελαιοκάρπου
στάματα: συμπιέσεις
στήμη: η πίεση και η παραγωγή ατμού στον ατμολέβητα. Από την αγγλική λέξη steam, που σημαίνει ατμός
σαμπουλχανάς: σαπωνοποιείο
σαντζάκ(ι): άκρη χωραφιού, δύσκολη στο μάζεμα της ελιάς
σαπουντζίδ(ι)κου: μαγαζί παραγωγής και πώλησης σαπουνιών
σέτ(ι): ξερολιθιά
σιγιρέδ(ι)κου: κυρίως για χωράφι με λίγη σοδειά ελαιοκάρπου
στάματα: συμπιέσεις
στήμη: η πίεση και η παραγωγή ατμού στον ατμολέβητα. Από την αγγλική λέξη steam, που σημαίνει ατμός
ταγαρέλαιο: λάδι που παρέμεινε στις υπόγειες δεξαμενές του ελαιοτριβείου (ταγάρια) κατά τη διαδικασία της εξυδάτωσης
ταγάρια: υπόγειες δεξαμενές όπου μαζευόταν το ταγαρέλαιο
ταϊφάς: ομάδα εργατών για την ελαιοκομιδή αποτελούμενη από μαζεύτρες, ραβδιστάδες και έναν επιστάτη
τουλούμι: δερμάτινος ασκός
τρούμπα: αντλία για τη λειτουργία του πιεστηρίου
τσαμούρ(ι): πολτός ελιάς, πριν μπει στην πρέσα για την εξαγωγή λαδιού
τσερνικοπέραμα: τύπος σκάφους
τσιπιλίκ(ι): άγριο χόρτο, παραφυάδα στα ελαιόδεντρα
τσιράκι: βοηθός πιεστηρίου
τσ(ι)τώνου: δένω τα σακιά με τις ελιές χρησιμοποιώντας τσίτες
τσουπιά: ελαιόπανα, τρίχινοι σάκοι με πυκνή ύφανση
τσουρχανάδες: εργαστήρια κατασκευής τσουπιών
ταγάρια: υπόγειες δεξαμενές όπου μαζευόταν το ταγαρέλαιο
ταϊφάς: ομάδα εργατών για την ελαιοκομιδή αποτελούμενη από μαζεύτρες, ραβδιστάδες και έναν επιστάτη
τουλούμι: δερμάτινος ασκός
τρούμπα: αντλία για τη λειτουργία του πιεστηρίου
τσαμούρ(ι): πολτός ελιάς, πριν μπει στην πρέσα για την εξαγωγή λαδιού
τσερνικοπέραμα: τύπος σκάφους
τσιπιλίκ(ι): άγριο χόρτο, παραφυάδα στα ελαιόδεντρα
τσιράκι: βοηθός πιεστηρίου
τσ(ι)τώνου: δένω τα σακιά με τις ελιές χρησιμοποιώντας τσίτες
τσουπιά: ελαιόπανα, τρίχινοι σάκοι με πυκνή ύφανση
τσουρχανάδες: εργαστήρια κατασκευής τσουπιών