Book Creator

ΚΡΗΤΗ, ΚΕΡΚΥΡΑ, ΠΑΛΙΑ ΑΘΗΝΑ, ΜΕ ΚΑΝΤΑΔΕΣ, ΛΥΡΕΣ, ΜΑΝΤΟΛΙΝΑ

by LIZA GIANNAKOPOULOU

Pages 58 and 59 of 64

Loading...
ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ( στα Κερκυραικά από την Ευδοκία Γουλουμή)

ΜΑΝΑ: Ελάτε το λοιπόν να σεστάρουμε τους σάκους ογλήγορα, ογλήγορα, τι θα αρεντέψει το φέρυμπώτ και θα θρονιαστείτε εδώ τσου Κορφούς.
ΠΑΤΕΡΑς: Για δες ορή γυναίκα πώς αλλάξανε οι καιροί μάτια μου, να πιένουνε τα μόμολα με το φέρυμπώτ στην πρωτεύουσα για το κόρο και οι παρτσινέβελοί τους να μένουνε οπίσω θιό.
ΜΑΝΑ: Μα τι σου κάεται που είναι μόμολα ορέ τα βλαστάρια μας; Αμηδαααα είναι, μπλαντρώνα και λιγερόκορμη η θυγατέρα μας και λεβέντης ο γιος μας.
ΚΟΡΗ: Μάναααα σαν τι άλλο να πάρουμε να γιομίσουμε τη βαντάκα μας.
ΠΑΤΕΡΑς: Το μπρούσκο το καλό να πάρετε να δώκετε τσου Αθηναίους και τσου Κρητικούς. Από τον κύρη σας, τον αφέντη σας να τσου πείτε.
ΜΑΝΑ: Το νου σας ρεμάλια μη σουρώσετε με κείνο το μπρούσκο και κάνετε σα βουρλισμένα στο καράβι, τι θα σας πιάκω με τη φάρτσα.
ΓΙΟΣ: Τι λες ορή μάνα, τέτοιες βουρλισιές δε τσι κάμουμε. Μην έχεις έννοια.
ΠΑΤΕΡΑΣ: Κρασί και νιο και μπρούσκο που γιόμισα επροχθές από το καρατέλο μου, φτου σου λεβέντη μου να μη σε βασκάνω. Γυναίκα δώστους και εκείνο το
σαλάδο που έχουμε έτσι για τη λιγούρα στο δρόμο.
ΚΟΡΗ: Όχι... όχι το σαλάδο μάνααα γιατί θα μοσκοβρωμάει η βαντάκα μου.
ΜΑΝΑ: Να σου δώκω κόρη μου λίγο από κείνο το τυρί που έχω στην τσαντίλα, θα το φάτε και θα μου δίνετε τσι καληώρες...
ΚΟΡΗ: Εντέλει ναι μάνα φέρτο, θα δώκουμε και τσου δασκάλους.
ΜΑΝΑ: Καμάρι μου και λίγο σούπα με μοσχάρι για να μην κρυώνεται παιδί μου.
ΠΑΤΕΡΑΣ: Και παστιρσάδο και λίγο μπακαλιάρο μπουρδέτο να τσου κάμεις ορή γυναίκα. Ω ψυχή μου! Θα θαραπάει η ψυχή τους.
Loading...
ΜΑΝΑ: Ναι άντρα μου, ω ψυχή μου! Θα θαραπαούνε.
ΓΙΟΣ: Εγώ λέω να αφήκεις το παστιτσάδο και το μπουρδέτο και να μου δώκεις κουμ κουάτ γλυκό και ποτό να κεράσουμε τσου Αθηναίους και τσου Κρητικούς να δουν τι βγάνει ο τόπος μας
Loading...

ΠΑΤΕΡΑς: Ορές παιδιά Γυναίκα λέω να στείλουμε πεσκέσι στον κουμπαρο μας στην Αθήνα ένα ζωντανό , μία μιλιόρα από το κοπάδι μας.
ΚΟΡΗ: ω Άγιε μου Σπυρίδωνα!.. Που θα
κουβαλούμε στην Αθήνα το ζωντανό
πεσκέσι στο νούνο μας... Επαλάβωσες μου κάεται.
Loading...
ΓΙΟΣ: Έφτακε η ώρα, κατόπι μας δεν παίρνουμε τίποτα.
ΜΑΝΑ: Πάρτε μάτια μου δυο τουβαέλια τσάι του βουνού για τη σιόρα Ελισαβέτα και τη σιόρα Αναστασία που είναι ανάμα.
Loading...
ΚΟΡΗ: Ω... τι κάζο είναι ετούτο, οι δασκάλες μας δεν είναι νόνες, δεν πίνουν τσάγια.
Loading...

ΠΑΤΕΡΑΣ: Βάρτε τα τρεχάκια τώρα, τι θα χάσεται το φέρυμπώτ το Νάντια! (Απομακρύνονται)
ΜΑΝΑ: Ότι ορμήνιες σας δώκουνε οι δασκάλοι σας, να τσου αφροκάεστε, μην εισάστενε ντεφεντάδοι και κάνετε βουρλισιές. (τα σταυρώει από μακριά)
ΜΑΝΑ: Το λοιπόνε αίτε, τώρα θα μείνουμε σα τα κούτσουρα στ' αμπέλι να κουτράμε τσου πύργους.
Loading...